Στα Blogs & Sites 22, 23 &24 Ιουλίου, 2021
Με αυξανόμενη ένταση νεολαίοι, μεσόκοποι και εμείς της τρίτης ηλικίας σε καθημερινές μας συζητήσεις αναφερόμαστε στον γνωστό όρο της «αλλοτρίωσης», κουνάμε τα κεφάλια μας σε ένδειξη έκπληξης με τη διαπίστωση με απογοήτευση και πικρία καθώς ενδόμυχα ή με τα λόγια μας αναρωτιόμαστε «πού πάμε;».
Τι ακριβώς σημαίνει ο όρος αλλοτρίωση, ή
αποξένωση, του ατόμου που ζει, λειτουργεί, εργάζεται και δημιουργεί ως μέλος
μιας σύγχρονης τεχνολογικά αναπτυγμένης αστικό- βιομηχανικής κοινωνίας;
Ερευνώντας προσεκτικά την πλούσια για το
θέμα αυτό βιβλιογραφία των κοινωνικών επιστημών κάθε αντικειμενικός παρατηρητής
θα μπορέσει να προσδιορίσει κυρίαρχα 5
ερμηνείες του όρου ‘αλλοτρίωση ή αποξένωση’.
Συγκεκριμένα ο όρος μπορεί να σημαίνει «αποδυνάμωση», «έλλειψη νοημάτων», «έλλειψη αρχών ή ανομία», «απομόνωση ή μοναξιά» και τελικά «αποξένωση από τον ίδιο μας τον εαυτό».
H αλλοτρίωση ως «αποδυνάμωση» ξεκίνησε από τα θεμελιακά έργα του Μαρξ και συνεχίζεται σήμερα στα δημιουργήματα σύγχρονων θεωρητικών του Μαρξισμού. Στην κλασική αλλά και στην σύγχρονη Μαρξιστική θεωρία το εργαζόμενο άτομο αισθάνεται ‘αλλοτριωμένο’ μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα διότι αποτελεί μια «ασήμαντη» για τον «επιχειρηματία – καπιταλιστή» μονάδα χαμηλής διαβάθμισης που του στερεί το δικαίωμα συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων ακόμη και όταν αυτές αφορούν άμεσα στην τύχη και στο μέλλον του.Η αλλοτρίωση ως κατάσταση όπου το άτομο υποφέρει από «έλλειψη νοημάτων» αφορά στο γεγονός ότι στη σύγχρονη αστικό-βιομηχανική κοινωνία το μεμονωμένο άτομο αδυνατεί να κατανοήσει τις γοργά εναλλασσόμενες διαδικασίες σε ψυχολογικό, κοινωνιολογικό, οικονομικό και πολιτιστικό-πολιτισμικό επίπεδο οπότε δεν είναι σε θέσει να αξιολογήσει και να εκτιμήσει σωστά όσα συμβαίνουν γύρω του και να προσαρμοστεί σε αυτά με επιτυχία.
Η αλλοτρίωση ως κατάσταση «ανομίας ή έλλειψης αρχών» πηγάζει από το έργο του Emile Durkheim, του Γάλλου σκαπανέα της σύγχρονης επιστήμης της Κοινωνιολογίας (σε συνάρτηση με τον Γερμανό ομόλογό του Max Weber). Σύμφωνα με αυτόν τον ορισμό τα φαινόμενα και οι επιπτώσεις της ραγδαίας κοινωνικής αλλαγής φέρνουν το άτομο αντιμέτωπο με καταστάσεις στις οποίες οι ψυχοκοινωνικοί κανόνες του παιχνιδιού έχουν χάσει την ισχύ τους, τα παραδοσιακά πρότυπα συμπεριφοράς έπαψαν να καθορίζουν το πλαίσιο των διαπροσωπικών σχέσεων και το άτομο λειτουργεί σε κατάσταση ‘σύγχυσης’.
Η αλλοτρίωση ως «απομόνωση ή μοναξιά» αναφέρεται στα καταλυτικά συναισθήματα των κατοίκων κάθε σύγχρονης αστικό-βιομηχανικής μεγαλούπολης που αν και περιστοιχίζονται από μυριάδες συνανθρώπους στο χώρο εργασίας στην πολυκατοικία, στους δρόμους και τα λεωφορεία αισθάνονται απομονωμένοι, υποφέρουν από έντονα συναισθήματα μοναξιάς.
Τελικά η αλλοτρίωση ως «αποξένωση από
τον ίδιο μας τον εαυτό» ταυτίζεται με την απώλεια του νοήματος της εργασίας
μας καθώς στην παραγωγική διαδικασία το άτομο προσθέτει με τον μόχθο της
καθημερινής 8ωρης εργασίας του ένα πολύ μικρό κομμάτι, που δεν εντοπίζεται
εύκολα, στο τελικό προϊόν.
Η σύγχρονη τεχνολογία μαζικής
παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών, βασισμένη στην ορθολογιστική κατανομή
ανθρώπινου δυναμικού, μηχανημάτων παραγωγής και κεφαλαίου αφαίρεσε από τον
μεμονωμένο εργαζόμενο την άντληση ικανοποίησης από την εργασία, από την δουλειά
του, που συνήθως ερχόταν ως αποτέλεσμα της ολοκλήρωσης μιας πράξης που το
αποτέλεσμά της ήταν χειροπιαστό, ένα ζευγάρι παπούτσια, ένα βάζο, κάποιο,
οποιοδήποτε, χειροπιαστό αντικείμενο...
Μια από τις περισσότερο δραματικές
διαστάσεις της αλλοτρίωσης του σύγχρονου ανθρώπου είναι η γέννηση και εκδήλωση
της ψυχοκοινωνικής «απάθειας» δηλαδή της παθητικής αποδοχής του γεγονότος ότι
τα μεμονωμένα άτομα αδυνατούμε να επηρεάσουμε τις διαδικασίες που χαρακτηρίζουν
το κοινωνικό σύστημα .
Η «απάθεια» όλων ημών των νέο-Ελλήνων,
όχι μόνο κατοίκων της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης αλλά και πολλών επαρχιακών
πόλεων, διαπιστώνεται και σε κρούσματα ψυχοκοινωνικής παθολογίας όπως είναι η
αύξηση της απρόσωπης και βάρβαρης μικρομεσαίας εγκληματικότητα αλλά και στην
ακραία δραματική περίπτωση όταν κάποιος μοναχικός συγκάτοικος στην πολυκατοικία
μας πεθάνει, χρειάζεται «να μυρίσει το πτώμα του» για να αντιληφθούμε οι
υπόλοιποι «δήθεν γείτονες» ότι για τον συγκεκριμένο αυτόν συνάνθρωπό μας
έκλεισε η παρένθεση της ζωής…